ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
_________
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΝΟΜΟ (Ν. 4149/1961)
_____
Η Αποστολική Εκκλησία της Κρήτης ήταν, μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα, αυτοκέφαλη και αποτελούσε, στα πλαίσια της εφαρμογής του αρχαίου μητροπολιτικού συστήματος, ιδιαίτερη μητρόπολη με περισσότερες επισκοπές, η οποία αυτοδιοικούνταν από την επαρχιακή της σύνοδο, υπό την προεδρία του «πρώτου» της, του μητροπολίτη Γορτύνης. Ανήκοντας γεωγραφικά στη ρωμαϊκή επαρχία του Ανατολικού Ιλλυρικού, ακολούθησε την ιστορική εκκλησιαστική του πορεία με αποτέλεσμα το έτος 732/733 να υπαχθεί οριστικά στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι διαδοχικές κατακτήσεις που γνώρισε η Κρήτη αποδιοργάνωσαν διοικητικά την Εκκλησία της, ωστόσο καίρια αποδείχτηκε η συμβολή του Πατριαρχείου στη διατήρηση της θρησκευτικής και εθνικής ομοιογένειας της μεγαλονήσου. Κατά την τουρκοκρατία, η εξάρτηση της Εκκλησίας Κρήτης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο παρουσιάζεται ιδιαίτερα έντονη, Το Πατριαρχείο εξέλεξε τον μητροπολίτη και τους επισκόπους της Κρήτης και είχε ευρύτατες δικαιοδοσίες στα εκκλησιαστικά της πράγματα. Κατά την ίδια χρονική περίοδο, κυριαρχική στα διοικητικά πράγματα της Εκκλησίας Κρήτης υπήρξε η θέση και ο ρόλος του μητροπολίτη της, μολονότι οι δικαιοδοσίες του εποπτεύονταν από το θεσμικά υπέρτερο Οικουμενικού Πατριαρχείο.
Με τη Σύμβαση του 1900, η οποία υπογράφηκε από το Μητροπολίτη Κρήτης Ευμένιο Ξηρουδάκη, ως εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και τον Σύμβουλο της Δικαιοσύνης της Αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας Ελευθέριο Βενιζέλο, ως εκπρόσωπό της, οι προηγούμενες δικαιοδοσίες του Πατριαρχείου περιορίζονται πλέον στην εκλογή του πρωθιεράρχη της Εκκλησίας Κρήτης και μάλιστα από «τριπρόσωπον» που καταρτίζει ο Ύπατος Αρμοστής της Κρητικής Πολιτείας, ενώ με το άρθρο 6 ορίστηκε ότι η Εκκλησία Κρήτης «είναι ελευθέρα ίνα κανονίση πάντα τα λοιπά κατ’ αυτήν εν κοινή συμπράξει μετά της Κρητικής Πολιτείας».
Ωστόσο, με τη θέσπιση του ισχύοντα Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης (Ν. 4149/1961), μεταβλήθηκε το αυτόνομο καθεστώς της Εκκλησίας Κρήτης και διαμορφώθηκε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο σχέσεων με κύριο χαρακτηριστικό την πολυεπίπεδη, πλέον, και εντονότερη εξάρτησή της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Παράλληλα, η ανύψωση των επισκοπών σε μητροπόλεις και του μητροπολίτη Κρήτης σε αρχιεπίσκοπο αλλοίωσαν, με συνευθύνη της Κρητικής ιεραρχίας που ζήτησε τις αλλαγές, την αρχέγονη μορφή της Εκκλησίας Κρήτης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στα πλαίσια του μητροπολιτικού συστήματος.
Τέλος, οι σχέσεις της Ελληνικής Πολιτείας και της Ημιαυτόνομης Εκκλησίας Κρήτης χαρακτηρίζονται από εντονότερο βαθμό πολιτειοκρατίας συγκριτικά με αυτόν που διέπει τις σχέσεις της Πολιτείας με την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος. Τούτο προκύπτει κυρίως από την ανάμιξη της Πολιτείας στην εκλογή του Αρχιεπισκόπου Κρήτης.
Επιτακτική πλέον καθίσταται η ανάγκη για την αντικατάσταση του πεπαλαιωμένου Ν. 4149/1961 από ένα νέο Καταστατικό Χάρτη, που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της Εκκλησίας της Κρήτης.
 

Γνωριμία - Σκοπός - Δραστηριότητες - Προγράμματα
Εκδόσεις - Πεπραγμένα - Μέγαρο Ι.Κ.Δ. - Τα νέα του Ι.Κ.Δ. - Κεντρική Σελίδα  - Ισχύουσα Νομοθεσία περί Κρήτης